Μιχάλης Τζανάκης
Η έκδοση του εξαιρετικού βιβλίου της κ. Ελένης Ψαραδάκη μας ταξιδεύει σε αλλοτινούς καιρούς δύσκολους που δυστυχώς δεν έμελλε να είναι οι μοναδικοί δύσκολοι.
Με ιδιαίτερη χαρά θα αναφερθούμε σε ένα πολύ ενδιαφέρον και σημαντικό βιβλίο της κας Ελένης Ψαραδάκη με τίτλο «ΜΝΗΜΕΣ ΠΑΤΡΙΔΩΝ, όψεις ταυτότητας στους Τουρκοκρητικούς του Bodrum” και το ενδιαφέρον αυτό γίνεται μεγαλύτερο γιατί μέσω της εργασίας αυτής τιμάται ένα μεγάλο ιστορικό κεφάλαιο της πόλης μας.
Πρόκειται για μια έκδοση που στηρίχθηκε στη διδακτορική διατριβή της συγγραφέως η οποία εκπονήθηκε αμέσως μετά από τη διπλωματική εργασία της ίδιας, με τίτλο «Μνήμες στους Μικρασιάτες πρόσφυγες της Νέας Αλικαρνασσού Ηρακλείου Κρήτης» το 2012. Ουσιαστικά λοιπόν η Ελένη Ψαραδάκη συνεχίζει από εκεί που σταμάτησε, μεταφέροντας τώρα την έρευνά της στην άλλη πλευρά του Αιγαίου, μελετώντας πολιτιστικά στοιχεία και ζητήματα μνήμης όχι εκείνων που ήρθαν, αλλά εκείνων που έφυγαν από τούτο εδώ τον τόπο με προορισμό την απέναντι πλευρά του Αιγαίου.
Δηλώνω εκ των προτέρων ότι αποτελεί μάλλον «θράσος» εκ μέρους μου να σχολιάσω μια τόσο εμπεριστατωμένη και πλήρη επιστημονική εργασία που έχει κριθεί, εγκριθεί και αξιολογηθεί από μέλη της επιστημονικής κοινότητας, καθόλα ειδικούς και προφανώς δεν περιμένει η κα Ψαραδάκη την δική μου οπτική και άποψη για την πληρότητα και αρτιότητα αυτού του βιβλίου, αφού αυτά θεωρούνται πλέον δεδομένα και μάλιστα από ανθρώπους ειδικότερους από εμένα. Ωστόσο θα σας μεταφέρω τις απόψεις μου ως απλός αναγνώστης και μόνο, αλλά και τις σκέψεις μου από την πρώτη επαφή μου με το συγκεκριμένο βιβλίο.
Θερμά συγχαρητήρια και βέβαια ένα μεγάλο ευχαριστώ στην κα Ψαραδάκη που δίνει την ευκαιρία μέσω αυτής της έκδοσης να φέρει το προϊόν του επιστημονικού μόχθου της στον μέσο αναγνώστη. Ειδικά για εμάς τους Ηρακλειώτες και Κρητικούς εν γένει ζητήματα εθνικής μνήμης και ταυτότητας είναι άκρως ενδιαφέροντα καθώς σίγουρα αναφέρονται σε κάποια οικεία πρόσωπα που έλκουν την καταγωγή τους από τις μικρασιατικές ακτές ή από ανθρώπους που βίωσαν το δράμα της προσφυγιάς κι όμως την ανέδειξαν σε μια άκρως δημιουργική διαδικασία πολιτισμικής σύνθεσης και όσμωσης. Έτσι είναι θετική συγκυρία ότι η εργασία αυτή δεν θα μείνει ερμητικά συρταρωμένη αποκλειστικά σε επιστημονικά κιτάπια και μόνο, αλλά θα διαβαστεί από ένα ευρύτερο κοινό και θα αξιοποιηθεί όχι μόνο για ερευνητικούς σκοπούς αλλά θα επιδράσει και σε πιο εκλαϊκευμένες μορφές γνώσης του πρόσφατου παρελθόντος μας και θα συνεπάρει συναισθηματικά όσους την διαβάσουν σ’ ένα ιδιότυπο ταξίδι μνήμης σε εκείνες τις δύσκολες για όλους εποχές.
Τα έτερα συγχαρητήρια ανήκουν στον Χ. Τσαντή, ψυχή του εκδοτικού οίκου Ραδάμανθυς που σε δύσκολους καιρούς και για την συγκεκριμένη επιχειρηματική, επαγγελματική, αλλά κυρίως πνευματική δραστηριότητα δεν διστάζει να τολμά τέτοιου είδους εκδοτικά εγχειρήματα. Η έκδοση μιας τέτοιας διδακτορικής διατριβής τιμά τον ίδιο και τον εκδοτικό αφού φέρνει πιο κοντά τον αναγνώστη με την ουσία της επιστήμης που είναι η έρευνα, η γνώση και βέβαια η αποκάλυψη της πάντα πολυπόθητης ιστορικής αλήθειας.
Ευθύς εξαρχής η κα Ψαραδάκη θέτει κάποιες βασικές έννοιες ως άξονες της εργασίας της, ΜΝΗΜΗ και ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ. Λέξεις και όροι με εξαιρετικά βαρύνουσα σημασία ειδικά για εμάς τους Έλληνες, εμάς τους Κρητικούς. Απ’ αυτές τις λέξεις κρατηθήκαμε όρθιοι και ζωντανοί, όταν τα πάντα φαινόταν δύσκολα και ζοφερά. Συλλογική και κοινωνική μνήμη σε απόλυτα αμφίδρομη σχέση με τη διαμόρφωση της ταυτότητας που στην συγκεκριμένη περίπτωση αποδίδεται για τους Κρητικούς Μουσουλμάνους που εγκαταστάθηκαν στο Bodrum και μπορούν πλέον να αποδίδονται με τον όρο «κρητικότητα».
Το ζήτημα της μνήμης και της ταυτότητας είναι εξαιρετικά επίκαιρο σε μια εποχή που δεν έχουν εκλείψει ούτε οι αναγκαστικές και ενίοτε βίαιες μετακινήσεις πληθυσμών, αλλά και που οι παραπάνω έννοιες συμπλέκονται συχνά με την αναβίωση εθνικισμών και ενίοτε ρατσιστικών συμπεριφορών που επιμένουν στις έννοιες της «ανωτερότητας» ή «κατωτερότητας» κάποιων έναντι κάποιων άλλων. Ο αναγνώστης αναμφίβολα θα κάνει τους δικούς του συνειρμούς με την τρέχουσα επικαιρότητα, αλλά ταυτόχρονα μέσω της παρούσας έρευνας θα αμβλύνει τυχόν προκαταλήψεις που αφορούν όχι την πολιτική της γειτονικής χώρας, αλλά της κοινωνίας της.
Ένα πεδίο που σίγουρα θα βοηθήσει τον αναγνώστη ως προς τα συμπεράσματά του είναι ότι το παρελθόν δηλοί ότι οι άνθρωποι πάντα μπορούσαν να προσαρμόζονται και να αναδεικνύουν τη διαφορετικότητα ως δημιουργική σύνθεση και πάντα η θυματοποίησή τους και τα δεινά που τους περίμεναν ήταν αποκλειστικά πολιτικές επιλογές. Χριστιανοί και μουσουλμάνοι κρητικοί συμβίωσαν επί μακρόν παρά τις αντίξοες πολιτικές συνθήκες και όταν πλέον οι διεθνείς συνθήκες το απαιτούσαν έπρεπε να εγκαταλείψουν τις εστίες τους και να ξεκινήσουν από την αρχή τη ζωή τους σε νέους τόπους με μόνο εφόδιο τις μνήμες που κουβαλούσαν και πάνω στις οποίες έπρεπε να χτίσουν τη νέα ζωή τους.
Το βιβλίο κινείται πάνω σε έναν εξαιρετικό άξονα δομής που προσαρμόζει τον αναγνώστη από κάποιες γενικές και απολύτως βασικές γνώσεις για τον χώρο και τον χρόνο που αποτελούν αντικείμενα της έρευνας (ιστορικό πλαίσιο συμβίωσης αλλά και διάκρισης Χριστιανών και Μουσουλμάνων της Κρήτης, οι πρώτες αλλά και οι μαζικότερες μετακινήσεις στο πλαίσιο της Ανταλλαγής των πληθυσμών ) στις ειδικότερες αναφορές που αφορούν πλέον τα νέα δεδομένα του βίου τους στο Bodrum, όπου πλέον καλούνται να ζήσουν συνθέτοντας το νοσταλγικό παρελθόν με ένα αινιγματικό μέλλον σε μια πόλη που δεν αλλάζει μόνο πληθυσμιακά, αλλά κυρίως πολιτισμικά.
Η επιτόπια έρευνα στην απέναντι πλευρά του Αιγαίου για την κα Ψαραδάκη –φαντάζομαι- ήταν από μόνη της μια εμπειρία ζωής όχι μόνο από άποψη επιστημονικού ενδιαφέροντος για την ίδια, όσο συγκίνησης για τις αδιάλειπτες περιπέτειες ανθρώπων που υπήρξαν θύματα της πολιτικής, κάτι που δυστυχώς υφίσταται και σήμερα. Αντιλαμβάνομαι πόση συναισθηματική άμυνα χρειαζόταν στο άκουσμα των μαρτυριών, δίστιχων ή μαντινάδων, αφηγήσεων ή άλλων αναφορών, πάντα σε ένα ατόφιο κρητικό ιδίωμα που δήλωνε αυθεντικότητα και βεβαίως νοσταλγία.
Άχι τα περαζoύμενα, άχι τα περασμένα,
Άχι και να γιαγέρνουνε στο χρόνο μια ημέρα
Εύστοχα στις σημειώσεις αναφέρεται ότι είναι καταγραμμένη σε κείμενα του Καζαντζάκη προς τον Θρασύβουλο Μακρίδη, πρόκειται για την ίδια ακριβώς μαντινάδα που έστειλε ο Ν. Καζαντζάκης στους κατοίκους της Κριτσάς μέσω της συντρόφου του Ελένης κατά την διάρκεια των γυρισμάτων της κινηματογραφικής εκδοχής του «ο Χριστός ξανασταυρώνεται», όταν ο ίδιος βρισκόταν στην Αντίμπ αδύναμος να παραστεί στο χωριό του Λασιθίου καθώς ο Ζυλ Ντασσέν σκηνοθετούσε διασκευάζοντας το απαράμιλλο έργο του.
Ιδιαίτερη μνεία η συγγραφέας κάνει για το πιο ζωτικό στοιχείο που κράτησε ακέραια και μάλλον ενίσχυσε τις μνήμες και αυτό δεν είναι άλλο από τη γλώσσα, το πιο πυρηνικό ίσως στοιχείο για οποιαδήποτε πολιτιστική αναφορά. Χωρίς τη διατήρηση της γλώσσας από οποιανδήποτε εθνοτική ομάδα η απώλεια είναι βέβαιη, ενώ η επιβίωσή της κρατά αναλλοίωτη την εθνική φυσιογνωμία ακόμα και στο πιο δύσβατο κοινωνικό περιβάλλον. Έστω και με την αποκλειστικά προφορική μορφή της η γλώσσα έδωσε την ταυτότητα στους Τουρκοκρητικούς και τους κατέστησε μια αυτόνομη και αυτοτελή πολιτισμικά ομάδα μέσα στο Bodrum, ακόμα και σε περιόδους που υπήρχαν κρατικοί περιορισμοί.
Το μέρος της έρευνας που περιδιαβαίνει το ΓΚΙΡΙΤΛΙ ΜΑΧΑΛ –αν το αναφέρω καλά, δηλαδή την κρητική γειτονιά, με τα παλιά πετρόχτιστα σπίτια με τις εσωτερικές αυλές απομεινάρια των ανταλλάξιμων Ελλήνων της Μικρασίας που ακολούθησαν την αντίστροφη πορεία από εκείνη των Τουρκοκρητικών συγκινεί τον αναγνώστη, όπως και τα ερείπια της εκκλησίας του Αγίου Νικολάου που άντεξε περίπου έναν αιώνα πριν πέσει θύμα κι εκείνη το 1960 των πολιτικών αναταράξεων μεταξύ των δύο χωρών θυμίζουν γιατί για τους Τούρκους παραμένουμε Γιουνάνηδες δηλ. Ίωνες.
Ο πίνακας με τα παρατσούκλια των Τουρκοκρητικών στο Βodrum φανερώνει τον παλμό και τη ζωντάνια μιας κοινωνίας που παρέμενε ένας οργανισμός δραστήριος και δυναμικός, κάτι που επιβεβαίωνε η σταθερή επαφή των Τουρκοκρητικών με την ελληνική παράδοση, την τέχνη με προεξάρχουσα τη μουσική και τη λαϊκή ποίηση είτε με την μορφή μαντινάδας είτε με δημοτικά τραγούδια όπως τα νανουρίσματα.
Αν, κα Ψαραδάκη, κατ’ αντιστοιχία με την επιλογή σας να κλείσετε την εξαιρετική εργασία σας με τη διατύπωση κάποιων συμπερασμάτων, επιχειρούσα να εξάγω κι εγώ κάποια αντίστοιχα συμπεράσματα, θα ήταν ότι απολαύσατε αυτό το ερευνητικό ταξίδι που επιχειρήσατε, ανακαλύψατε και θαυμάσατε πρόσωπα και πράγματα και όλα αυτά τα εισπράττει ο αναγνώστης με τον καλύτερο τρόπο
Δεν έχω παρά να σας ευχηθώ να συνεχίσετε με τον ίδιο ζήλο, την ίδια διάθεση και κυρίως την ίδια αγάπη να προσφέρετε στους αναγνώστες τον γλυκό καρπό της γνώσης και την υπενθύμιση της ιστορικής ευθύνης!
Για όλα αυτά, κα Ψαραδάκη, σας ευχαριστώ θερμά και μακάρι να συναντηθούμε εκ νέου σε αντίστοιχες πνευματικές δημιουργίες σας!
Μιχάλης Τζανάκης,
φιλόλογος - συγγραφέας